dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
περιβάλλον
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Umgebung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
περιβάλλον
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Umwelt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
περιβάλλον
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Milieu
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)