dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
περιαυτολογώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großtun
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιαυτολογώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
prahlen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιαυτολογώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich selbst loben
Ⓦ
Ⓖ
…