dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
παρτενέρ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Partner
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
παρτενέρ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Partnerin
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)