dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
παρκάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)