dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
παρθενιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Jungfernhaut
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
παρθενιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Jungfräulichkeit
Ⓦ
Ⓖ
…