dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πανσπερμία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Völkergemisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πανσπερμία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vielfalt
Ⓦ
Ⓖ
…