dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
πανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
übermächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
allmächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leistungsfähig
Ⓦ
Ⓖ
…