dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πίεση του ανταγωνισμού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wettbewerbsdruck
Ⓦ
Ⓖ
…