dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
οστό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Knochen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
οστό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gräte
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)