dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
οπή αερισμού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Belüftung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
οπή αερισμού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entlüftung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
οπή αερισμού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Lüftungsschlitz
Ⓦ
Ⓖ
…