dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
οικογενειάρχης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Familienoberhaupt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
οικογενειάρχης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Familienvater
Ⓦ
Ⓖ
…