dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
οδοστρωτήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Straßenwalze
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
οδοστρωτήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Walze
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
οδοστρωτήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dampfwalze
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)