dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ξυλοπόδαρο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Stelze
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ξυλοπόδαρο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Prothese
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ξυλοπόδαρο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Holzbein
Ⓦ
Ⓖ
…