dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ξεσκεπάζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ohne Decke liegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκεπάζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auffliegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκεπάζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bloßliegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκεπάζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich demaskieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσκεπάζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich verraten
Ⓦ
Ⓖ
…