dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
ξεροκόμματο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Brotkruste
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ξεροκόμματο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Brotrinde
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ξεροκόμματο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Stück Brot
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ξεροκόμματο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Stück trockenes Brot
Ⓦ
Ⓖ
…