dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
νοσοκομειακή λοίμωξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Krankenhausinfektion
Ⓦ
Ⓖ
…