dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
νομιμοφροσύνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gesetzestreue
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
νομιμοφροσύνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Loyalität
Ⓦ
Ⓖ
…