dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
νησί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Insel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
νησί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Eiland
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)