dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
νεκροφόρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Leichenwagen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
νεκροφόρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bestattungswagen
Ⓦ
Ⓖ
…