dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ναυτιλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Seefahrt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ναυτιλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Handelsmarine
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ναυτιλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schifffahrt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ναυτιλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Seeverkehr
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)