dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
μουγκρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
brüllen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μουγκρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
muhen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μουγκρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
brausen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μουγκρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heulen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μουγκρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
knattern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μουγκρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
röhren
Ⓦ
Ⓖ
…