dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
λιώσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einschmelzung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λιώσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Schmelzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)