dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
λευκαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weiß machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λευκαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausbleichen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λευκαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weißen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λευκαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bleichen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)