dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
κρυφτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heimlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
κρυφτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geheim
Ⓦ
Ⓖ
…