dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κράζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
quaken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κράζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kreischen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κράζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rufen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)