dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
κουκουβάγια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Eule
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κουκουβάγια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Steinkauz
Ⓦ
Ⓖ
…