dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
κοινόχρηστος χώρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gemeinschaftsraum
Ⓦ
Ⓖ
…