dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
κλονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erschüttern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κλονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zerrütten
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)