dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κατατομή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Profil
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κατατομή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schnitt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κατατομή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Seitenansicht
Ⓦ
Ⓖ
…