dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
κατανοητός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verständlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
κατανοητός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
begreiflich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κατανοητός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einsehbar
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κατανοητός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nachvollziehbar
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)