dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
καταναλωτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Verbraucher
Ⓦ
Ⓖ
…
!
καταναλωτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Konsument
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)