dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
καταμετρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausmessen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
καταμετρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vermessen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καταμετρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zählen
Ⓦ
Ⓖ
…