dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
κατάχρηση εμπιστοσύνης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Vertrauensbruch
Ⓦ
Ⓖ
…