dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
καμιόνι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lkw
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
καμιόνι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
LKW
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
καμιόνι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Laster
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
καμιόνι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lastwagen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καμιόνι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lastkraftfahrzeug
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καμιόνι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lastkraftwagen
Ⓦ
Ⓖ
…