dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
καβαλάρισσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Reiterin
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καβαλάρισσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Reiter
Ⓦ
Ⓖ
…