dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
καμάρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gewölbe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
καμάρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bogen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κάμαρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kammer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κάμαρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Zimmer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κάμαρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Stube
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)