dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
κάθιδρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schweißtriefend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κάθιδρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
völlig verschwitzt
Ⓦ
Ⓖ
…