dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
θύρα πυρασφάλειας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Brandschutztür
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
θύρα πυρασφάλειας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Feuertür
Ⓦ
Ⓖ
…