dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
θυρωρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pförtner
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
θυρωρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Portier
Ⓦ
Ⓖ
…