dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
θεμελιωτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gründer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
θεμελιωτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Begründer
Ⓦ
Ⓖ
…