dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
θανάτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Töten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
θανάτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tötung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
θανάτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hinrichtung
Ⓦ
Ⓖ
…