dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
ηγεμονία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dominanz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ηγεμονία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Fürstentum
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ηγεμονία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hegemonie
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ηγεμονία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Herrschaft
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ηγεμονία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorherrschaft
Ⓦ
Ⓖ
…