dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
ζώνη ασφαλείας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sicherheitsgurt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζώνη ασφαλείας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Haltegurt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)