dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ευσπλαχνία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Barmherzigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ευσπλαχνία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Mitleid
Ⓦ
Ⓖ
…