dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ερασιτεχνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Laien-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ερασιτεχνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Amateur-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ερασιτεχνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dilettantisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ερασιτεχνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Hobby-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ερασιτεχνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
laienhaft
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ερασιτεχνικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unprofessionell
Ⓦ
Ⓖ
…