dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
επιλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Auswahl
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επιλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wahl
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επιλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Auslese
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επιλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Option
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επιλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entscheidung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επιλογή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Selektion
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)