dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
επίπεδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eben
Ⓦ
Ⓖ
…
επίπεδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flach
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
επίπεδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
platt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)