dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
εμβολιαστική προθυμία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Impfwilligkeit
Ⓦ
Ⓖ
…