dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
εμβολιασμός από το στόμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schluckimpfung
Ⓦ
Ⓖ
…