dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
εκ πείρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aus Erfahrung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
εκ πείρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erfahrungsgemäß
Ⓦ
Ⓖ
…